Παναγιώτης Ταχτσίδης
Ο υψηλόσωμος μέσος γεννήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 1991 στο Ναύπλιο και αποτελεί ποδοσφαιρικό προϊόν των Ακαδημιών της ΑΕΚ. Προβιβάστηκε στην 1η ομάδα της Ένωσης το 2007 με εντολή του τότε προπονητή της ομάδος Λορέντζο Σέρα Φερέρ κι έκανε ντεμπούτο με τη φανέλα της ΑΕΚ σε ματς Κυπέλλου με το Φωστήρα. Αγωνίστηκε ελάχιστα κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης σεζόν εξαιτίας της πληθώρας κάλων κι έμπειρων ποδοσφαιριστών που απάρτιζαν τότε τη μεσοεπιθετική γραμμή της Ένωσης, με τους ανθρώπους γύρω από την ομάδα πάντως να αναφέρονται με ιδιαίτερα κολακευτικά σχόλια στο ταλέντο του.
Η σεζόν 2008/2009 ξεκίνησε εξίσου δύσκολα για τον ποδοσφαιριστή και είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το Φεβρουάριο του 2009 δεν κατόρθωσε να κερδίσει μια θέση ακόμα και στην αποστολή της ομάδας. Παρ’ όλα αυτά όταν του δόθηκε ευκαιρία σε αγώνα με το Θρασύβουλο για το Πρωτάθλημα δεν την άφησε να πάει χαμένη. Πέρασε στο ματς στο 2ο ημίχρονο, με την ατμόσφαιρα στο ΟΑΚΑ να είναι βαριά και …ηλεκτρισμένη μπροστά σε (μια ακόμα) διαφαινόμενη απώλεια βαθμών για την κακή ΑΕΚ εκείνης της σεζόν. Το γκολ που έτυχε στις καθυστερήσεις ήταν το μοναδικό του παιχνιδιού, πανηγυρίστηκε έξαλλα και από την επομένη κιόλας μέρα ο οργανισμός ΑΕΚ (ή τέλος πάντων όσοι ενδιαφερόντουσαν ακόμα για το αγωνιστικό κομμάτι) είχε ήδη βρει στο πρόσωπο του νεαρού το επόμενο αστέρι της ομάδος. Δυστυχώς για την ΑΕΚ τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν με αυτό τον τρόπο.
Η συνεχεία δεν ήταν καλή για τον Ταχτσίδη. Κατέγραψε κάποιες συμμετοχές τόσο σε αυτή όσο και στην επομένη σεζόν και άφησε στο γήπεδο δείγματα του ταλέντου του αλλά σε γενικές γραμμές η παρουσία του στην ΑΕΚ μπορεί να χαρακτηριστεί μέτρια και διεκπεραιωτική. Παρασύρθηκε κι αυτός από το κλίμα γενικής μετριότητας που κυριαρχούσε στην ομάδα και δεν έδειξε διάθεση να διορθώσει τις αδυναμίες του και να μετουσιώσει το ταλέντο του σε ικανότητα. Είχε καλά στοιχεία όπως δυνατό σουτ και έξυπνη κάθετη πάσα αλλά ταυτόχρονα ήταν βαρύς, αργός, απείθαρχος κι εκβίαζε σωρηδόν τελικές προσπάθειες καταστρέφοντας το επιθετικό ποδόσφαιρο της ομάδος.
Την ίδια ώρα δεν διαχειρίστηκε σωστά από την ομάδα κι έπεσε θύμα της κατάρας του νεαρού Νεοέλληνα ποδοσφαιριστή, καθώς δεν είναι υπερβολικό να αναφέρει κανείς ότι από ένα σημείο και μετά απασχόλησε τον Τύπο περισσότερο με τις πικάντικες λεπτομέρειες της κακής εξωγηπεδικής του ζωής και λιγότερο με τις αγωνιστικές του επιδόσεις. Αποκορύφωμα σε όλα αυτά το σοβαρό τροχαίο που είχε ξημερώματα μετά από νυχτερινή έξοδο παρέα με την τότε σύντροφο του αοιδό Σάσα Μπάστα, με το περιστατικό να διατρανώνει στους πάντες τόσο την έλλειψη επαγγελματισμού από την πλευρά του ποδοσφαιριστή όσο και την οργανωτική παρακμή στην οποία είχε περιπέσει η ΑΕΚ που δεν μπορούσε πλέον ούτε να δράσει προληπτικά αλλά ούτε και να δείξει τα απαιτούμενα αντανακλαστικά σε τέτοιου είδους περιπτώσεις. Φυσιολογικά το συμβάν προκάλεσε θυμηδία στον κόσμο της ομάδας και σε μικρό χρονικό διάστημα το ‘’ανερχόμενο αστέρι’’ έγινε ο ‘’ Μπάστας’’. Το καλοκαίρι του 2010 και παρά το γεγονός ότι το γυαλί είχε ραγίσει, η ΑΕΚ έκανε μια αξιοπρεπέστατη προσφορά ανανέωσης στον ποδοσφαιριστή και είναι χαρακτηριστικό της αλαζονικής διάθεσης του το γεγονός ότι επέλεξε να μην απαντήσει καν στην πρόταση της ομάδας μέσω της οποίας αναδείχτηκε.
Κατέγραψε συνολικά 28 συμμετοχές και 2 τέρματα με τη φανέλα της ΑΕΚ.
Ακλούθησε μια ιταλική περιπέτεια για τον Ταχτσίδη, με τον ποδοσφαιριστή να αποτελεί τα τελευταία 4 χρόνια γυρολόγο των ιταλικών γηπέδων, άλλοτε με άσχημα κι άλλοτε με καλά αποτελέσματα. Αρχικά υπέγραψε στη Τζένοα (Serie A), η οποία δεν του έδωσε χρόνο συμμετοχής και τον παραχώρησε αμέσως δανεικό, αρχικά στην Τσεζένα (Serie A) και στη συνέχεια στην Γκροσέτο (Serie B). Δεν πήρε χρόνο συμμετοχής ούτε σε αυτές της 2 ομάδες και η καριέρα του έδειχνε να παίρνει την κατιούσα. Προς τιμήν του όμως δεν το έβαλε κάτω, δούλεψε, εξαφάνισε τον εαυτό του από το κοσμικό ρεπορτάζ και τελικά κατά κάποιον τρόπο δικαιώθηκε. Η σεζόν 2011/2012 στην οποία παραχωρήθηκε ως δανεικός στην Ελλάς Βερόνα (Serie B) αποτελεί την πιο γεμάτη της μέχρι τώρα καριέρας του. Ήταν βασικός κι αναντικατάστατος και προσέφερε τα μέγιστα στην για λίγο αποτυχημένη προσπάθεια της ομάδας του να προβιβαστεί στην Serie A. Δεν τα κατάφερε τελικά αλλά οι εμφανίσεις του κίνησαν το ενδιαφέρον (πολύ) μεγαλυτέρων συλλόγων και προς γενική έκπληξη όλων το καλοκαίρι του 2012 πήρε μεταγραφή στη Ρόμα. Η σεζόν που ακολούθησε ήταν περίεργη με τον τότε προπονητή της ομαδας Ζντένεκ Ζέμαν να τον εμπιστεύεται ιδιαίτερα και να τον χρησιμοποιεί συχνά, σε ορισμένα παιχνίδια ακόμα και αντί του έμπειρου και εγνωσμένης αξίας Ντανιέλε Ντε Ρόσι. Κίνηση που δεν άρεσε σε οπαδούς και Τύπο καθώς ο συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής είναι ταυτόχρονα σημαία της ιταλικής ομάδας και είχε ως αποτέλεσμα κύμα αποδοκιμασιών προς το πρόσωπο του Ταχτσίδη. Ταυτόχρονα η πολύ κακή πορεία της Ρόμα εκείνη τη σεζόν έφερε την απόλυση Ζέμαν και την μείωση του χρόνου συμμετοχής του ποδοσφαιριστή, ο όποιος τελικά αποχώρησε στο τέλος της χρόνιας από την ομάδα με μόνο ‘’παράσημο’’ από την παρουσία του σε αυτή την υποψηφιότητα του για το βραβείο του χειρότερου ποδοσφαιριστή της Ιταλίας για τη σεζόν 2012/2013 (δεν κέρδισε). Η καριέρα του συνεχίστηκε στα χαμηλότερα κλιμάκια της Serie A και τη σεζόν 2013/2014 αγωνίστηκε αρχικά στην Κατάνια και στη συνέχεια στην Τορίνο με μέτρια αποτελέσματα. Η σεζόν 2014/2015 τον βρίσκει ξανά στην Ελλάς Βερόνα ενώ για την περίοδο 2015/2016 επέστρεψε στην Τζένοα.
Απότοκος των εμφανίσεων του στην Ιταλία και της ανάγκης για ανανέωση του ρόστερ ήταν η κλήση του στην Εθνική Ομάδα των Ανδρών. Έχει συνολικά 17 συμμετοχές (1 τέρμα) με τη φανέλα της Εθνικής και ήταν στην αποστολή της ομάδας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 στη Βραζιλία (δεν αγωνίστηκε).