Μίμης Δομάζος
Μίμης Δομάζος – (1978 / Ιανουάριος 1980)
Τί να πεις κανείς για τον “Στρατηγό” του ελληνικού ποδοσφαίρου; Πρόκειται για μια από τις κορυφαίες προσωπικότητες και ίσως τον κορυφαίο Έλληνα ποδοσφαιριστή όλων των εποχών, μια σπάνια περίπτωση πολυσύνθετου μέσου (κλασσικό “δεκάρι” όπως έλεγαν τότε) με υψηλότατη τεχνική, έμφυτο ταλέντο και τεράστιο εγωισμό. Η καριέρα του και η ζωή του έχει συνδεθεί με την ομάδα του Παναθηναϊκού, για τον οποίο αποτελεί “σημαία” και εμβληματική φυσιογνωμία, αφού τον οδήγησε ακόμη και στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 απέναντι στο μεγάλο Άγιαξ του Γιόχαν Κρόιφ. Αυτός λοιπόν ο τεράστιος ποδοσφαιριστής, φόρεσε τη φανέλλα της ΑΕΚ και μάλιστα την τίμησε και τη σεβάστηκε περισσότερο κι από άλλους που παρέμειναν επί σειρά ετών στην ομάδα ή βγήκαν από τα σπλάχνα της.
Ο Μίμης Δομάζος γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1942 στην Αθήνα και ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από πολύ μικρή ηλικία στην Άμυνα Αμπελοκήπων. Από εκεί και πριν συμπληρώσει τα 17 του χρόνια μεταγράφηκε στον Παναθηναϊκό, με τον οποίο κατέκτησε τα πάντα και παγιώθηκε στη συνείδηση των Ελλήνων φιλάθλων ως ο κορυφαίος των κορυφαίων. Αμέτρητες διακρίσεις με τη μεγάλη εκείνη ομάδα του Παναθηναϊκού, 9 Πρωταθλήματα Ελλάδος, 3 Κύπελλα, 1 Βαλκανικό Κύπελλο και το μεγάλο του παράσημο: ο τελικός του Wembley. Μέχρι που το 1978 και σε ηλικία 36 ετών, μια κόντρα του με το Μαντζαβελάκη τον οδήγησε στη ρήξη και τον έφερε στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Η μεγάλη ΑΕΚ του Λουκά Μπάρλου, η ΑΕΚ του ημιτελικού του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 1977, η Πρωταθλήτρια ΑΕΚ και η ομάδα που κατά παραδοχή όλων των φιλάθλων, απέδιδε το καλύτερο και θεαματικότερο ποδόσφαιρο από καταβολής Α’ Εθνικής. Ο Μπάρλος δεν έχασε τη χρυσή ευκαιρία και κινήθηκε άμεσα να κλείσει το “Στρατηγό” με το που έμεινε ελεύθερος. Στις εφημερίδες τότε, επικρατούσε ένα κλίμα σιωπηρής “κόντρας” μεταξύ του έτερου μεγάλου Μίμη του ελληνικού ποδοσφαίρου και σημαίας της ΑΕΚ (Παπαϊωάννου) με αντικείμενο το ποιός είναι ο καλύτερος. Ο Μπάρλος προτού υπογράψει το Δομάζο, κάλεσε τον Παπαϊωάννου στο γραφείο για να πάρει την απαιτούμενη “εγκριση” για τη μεταγραφή που θα τάραζε το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Ο Παπαϊωάννου δεν το σκέφτηκε ούτε λεπτό! Όπως εξιστόρησε αργότερα ο ίδιος: “Με ρώτησε ο Μπάρλος, γιατί νόμιζε ότι εγώ δεν θέλω να έρθει. Μου λέει “ξέρεις, είπα να πάρουμε το Δομάζο, εσύ τι λες”; Λέω “καλά, σοβαρολογείς με το Δομάζο παίξαμε στην Εθνική, είναι ο κορυφαίος, μακάρι να έρθει”. Τότε βάζει τα κλάματα ο συγχωρεμένος ο Μπάρλος και έρχεται με αγκαλιάζει, με φιλάει και του λέω “μα καλά θα έρθει ο Δομάζος και εγώ θα πω όχι;”. Χαρακτηριστικό του σεβασμού που έχαιρε ο Δομάζος είναι και η έτερη ιστορία που εξιστόρησε ο Μίμης Παπαϊωάννου σχετικά με το νούμερο της φανέλλας: “Ο φροντιστής έβαλε τη φανέλα με το “10” στο δικό μου, αλλά τον είδα και του είπα “κοίτα να δεις, θα το πας στο Δομάζο”. Μου λέει “μα είσαι στα καλά σου;” και του λέω “πήγαινε το στο Δομάζο”. Μου λέει “μα ο κόσμος…” και του απάντησα “άσε τον κόσμο, εδώ θα πάρουμε το Δομάζο…” Πήραμε το πρωτάθλημα, παίξαμε μεγάλη μπάλα, είχαμε άψογη συνεργασία.”
Ο Δομάζος σε εκείνη την ΑΕΚ ήταν το κομμάτι του παζλ που έλειπε για να “ταΐζονται” οι αστέρες επιθετικοί και συγκεκριμένα το αχτύπητο δίδυμο Μπάγεβιτς-Μαύρου στην επίθεση, σε μια ΑΕΚ που σάρωνε τα πάντα στο διάβα της. Ο ίδιος, εγωιστής καθώς ήταν, σκύλιασε μέσα στο γήπεδο και πέρασε δεύτερη νιότη με το δικέφαλο στο στήθος, κλείνοντας την πρώτη εκπληκτική σεζόν με 29 συμμετοχές και 5 τέρματα. Πλέον κανείς δεν είχε το δικαίωμα να αποκαλεί “τελειωμένο” αυτόν τον τεράστιο ποδοσφαιριστή, ο οποίος αν και η φήμη που το ακολουθούσε μιλούσε για “γάγγραινα των αποδυτηρίων”, στην ΑΕΚ υπήρξε πρότυπο επαγγελματία και συμμέτοχου στις ανάγκες του συνόλου.
Η ΑΕΚ πήρε το Πρωτάθλημα, απέδωσε διαστημικό ποδόσφαιρο και παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, πρότεινε ανανέωση του συμβολαίου του για έναν ακόμη χρόνο. Ο Δομάζος πλέον δεν είχε τίποτα να αποδείξει, όλος ο κόσμος γνώριζε ότι “δεν τελείωσε”, έκανε φίλους του Παναθηναϊκού να συρρέουν στη Νέα Φιλαδέλφεια για να τον θαυμάσουν ακόμα και στο τέλος της καριέρας του, με τη φανέλλα της πάντοτε σεβαστής τότε από τον κόσμο του ΑΕΚ. Το “αθηναϊκό ντέρμπι”, όπως έλεγαν τότε οι παλιοί, “είναι μόνον ένα και μόνον αυτό μεταξύ της ΑΕΚ και του Παναθηναϊκού”. Τη σεζόν του ’80 πλέον κατάλαβε και ο ίδιος ότι το σώμα αδυνατούσε να παρακολουθήσει το μυαλό και γι’ αυτό ζήτησε ακρόαση στη μεταγραφική περίοδο του ιανουαρίου από το “Θείο Λουκά”.
“Θέλω να κλείσω την καριέρα μου στον Παναθηναϊκό”, είπε στο μεγάλο Μπάρλο και ο Μπάρλος σεβάστηκε άμεσα την επιθυμία του Στρατηγού. Ο Δομάζος επέστρεψε στην ομάδα του και έκλεισε την ένδοξη καριέρα του το καλοκαίρι του 1980 σε ένα τέλος εποχής γενικότερα για το ελληνικό ποδόσφαιρο, το οποίο περνούσε πλέον στον καθαρό επαγγελματισμό. 536 συμμετοχές στην Α’ Εθνική, 139 γκολ, αμέτρητες και ανυπολόγιστης αξίας ασσίστ, για έναν ποδοσφαιριστή τον οποίο όσοι είδαν από κοντά, ορκίζονται ότι άνηκε σε άλλο πλανήτη και ήταν χάρμα ιδέσθαι.
Σε δύσκολες εποχές για το ελληνικό ποδόσφαιρο, πρόλαβε και συμπλήρωσε 51 συμμετοχές με την εθνική ομάδα, σημειώνοντας και 4 τέρματα. Ακόμη και σήμερα, έχει μόνο καλά λόγια για την ΑΕΚ, την οποία χαρακτηρίζει ως την πιο “αγαπησιάρικη ομάδα στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου” και την αντίπαλο που σεβόταν περισσότερο από κάθε άλλη ποδοσφαιρικά. Σε συνέντευξη του το 1986, είχε πει “μπορεί τότε να λέγανε όλοι για το Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός και για τη μητέρα των μαχών, αλλά τα πιο αξέχαστα ντέρμπι ήταν με την ΑΕΚ. Η ΑΕΚ ήταν πάντα μια ομάδα που έπαιζε ποδόσφαιρο και πήγαινε μπροστά το άθλημα. Θυμάμαι ακόμα τον Πούσκας που έλεγε ότι είναι ότι κοντινότερο στη Ρεάλ στην Ελλάδα. Γι’ αυτό θα πω την ΑΕΚ και όχι επειδή έπαιξα με τη φανέλα της”.
Στις τελευταίες του δηλώσεις σχετικά με την ΑΕΚ το 2013, είπε τα εξής: ““Είναι μια απογοητευτική στιγμή για μένα και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Πλέον το πρωτάθλημα θα είναι φτωχό και θα χάσει το χρώμα του” και πρόσθεσε: “Όταν έπαιζα στην ΑΕΚ, είχε πρόεδρο τον Λουκά Μπάρλο, ο οποίος έδινε και την ψυχή του. Μετά ανέλαβαν την ομάδα άνθρωποι χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις, που έκαναν λάθη και οδήγησαν μια από τις καλύτερες ομάδες στην Ελλάδα στο μαρασμό. Υπάρχει κόσμος που αφήνει τα παιδιά του νηστικά για να πάει να δει την ΑΕΚ, η ΑΕΚ είναι τεράστιο μέγεθος και θα το καταλάβετε του χρόνου”.