Χρήστος Πατσατζόγλου
Ο πολυσύνθετος ποδοσφαιριστής γεννήθηκε στις 19 Μαρτίου 1979 στην Αθήνα. Χαρακτηρίστηκε ως παίκτης-πολυεργαλείο με ευχέρεια να αγωνιστεί τόσο στο κέντρο όσο και στο δεξί άκρο της άμυνας (η θέση που ο ίδιος προτιμά) αλλά και ως αμυντικός μέσος. Ξεκίνησε την καριέρα του από τα τοπικά της Αθήνας και πιο συγκεκριμένα από την Άγια Ελεούσα. Εκεί τον εντόπισαν οι άνθρωποι της Ξάνθης και το καλοκαίρι του 1996 ήρθε η μεταγραφή του στην ακριτική ομάδα. Στην πολύ δυνατή εκείνα τα χρόνια Ξάνθη κέρδισε τη θέση του βασικού και βάσει των εμφανίσεων του σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας του χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα επόμενα αστέρια του ελληνικού ποδοσφαίρου.Η παρουσία του στην Ξάνθη έφερε και την κλήση στην Εθνική Ελπίδων, ενώ δεν άργησε και ο προβιβασμός του στην Ανδρική Ομάδα της οποίας και αποτέλεσε μέλος για μια 10ετία. Κατέγραψε συνολικά 45 συμμετοχές κι 1 τέρμα με τη φανέλα της Εθνικής και υπήρξε μέλος της αποστολής για το Euro 2008. Κορυφαία στιγμή της καριέρας του με την Εθνική ήταν φυσικά η παρουσία του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 στη Ν.Αφρική (έπαιξε σε 2 παιχνίδια).
Εκείνα τα χρόνια η Ξάνθη έδειχνε πολύ μικρή για να χωρέσει το ταλέντο του και η μεταγραφή του σ’έναν από τους μεγάλους της Αθήνας που ενδιαφερθήκαν για την απόκτηση του ήταν μονόδρομος. Υπέγραψε τελικά συμβόλαιο με τον ΟΣΦΠ, μέλος του οποίου υπήρξε για τα επόμενα 9 χρόνια (2000/2009). Τα πρώτα 2μιση χρόνια της καριέρας του στους Ερυθρολεύκους κύλησαν με ιδανικό τρόπο. Κέρδισε αμέσως τη θέση του βασικού στο δεξί άκρο της άμυνας και προκάλεσε με τις εμφανίσεις του το ενδιαφέρον ακόμα και συλλόγων όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Έβγαζε δυναμισμό, μαχητικότητα, ταχύτητα μέσα στο γήπεδο και ήταν αξιόπιστος τόσο αμυντικά όσο και επιθετικά. Σκόραρε κι ένα γκολ σε εκείνο το 4-3 απέναντι στην ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ που στέρησε από την Ένωση το Πρωτάθλημα το 2002. Τα πάντα άλλαξαν προς το χειρότερο για τον ποδοσφαιριστή μετά από το σοβαρό τραυματισμό του στον αχίλλειο τένοντα στην εντός έδρα ήττα (1-2) του ΟΣΦΠ από την ΑΕΚ για τη σεζόν 2002/2003. Όπως αποδείχτηκε στη συνεχεία, η καριέρα του σε υψηλό επίπεδο ουσιαστικά τέλειωσε μετά από αυτόν τον τραυματισμό.
Η πίεση των Ερυθρολεύκων για όσο το δυνατόν πιο γρήγορη επιστροφή του στα γήπεδα είχε αρνητικά αποτελέσματα και για τα επόμενα 4 χρόνια ο ταλαιπωρημένος από αλλεπάλληλους τραυματισμούς κι επεμβάσεις Πατσατζόγλου αγωνίστηκε ελάχιστα. Παρ’ όλα αυτά ο ΟΣΦΠ δεν τον αποδέσμευσε και συνέχισε να ποντάρει στο ταλέντο του. Επέστρεψε ουσιαστικά στην ενεργό δράση στα τέλη της σεζόν 2006/2007. Από τότε και για τα επόμενα 2 χρόνια πραγματοποίησε αρκετές συμμετοχές με την ομάδα του Πειραιά, δείχνοντας πάντως σαφώς επηρεασμένος από τον τραυματισμό του. Είχε πλέον χάσει την ταχύτητα, την αντοχή και τη δύναμη που τον διέκρινε και δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς στις απαιτήσεις της ομαδας. Κλήθηκε βέβαια στη συνέχεια ξανά στην Εθνική Ομάδα αλλά η επιστροφή του σε αυτή δε συνοδεύτηκε από αναγνώριση της αγωνιστικής του ανάτασης αλλά μάλλον αντιμετωπίσθηκε με θυμηδία. Το καλοκαίρι του 2009 έμεινε ελεύθερος από τον ΟΣΦΠ και συνέχισε στην Κύπρο και την Ομόνοια οπού και είχε παντελώς αποτυχημένη παρουσία με ελάχιστες συμμετοχές και εμπλοκή ακόμα και με τον ….υπόκοσμο που έφτασε σε σημείο να προχωρήσει σε απειλές προκειμένου να τον αναγκάσει να λύσει το (πλουσιοπάροχο) συμβόλαιο του με την ομάδα.
Έμεινε τελικά ελεύθερος το καλοκαίρι του 2010 και ο επόμενος σταθμός της καριέρας του δεν ήταν άλλος από την ΑΕΚ, καθώς αποτέλεσε (αποτυχημένη όπως απεδείχθη) μεταγραφική έμπνευση του Ντούσαν Μπάγιεβιτς εκείνα τα χρόνια. Η μεταγραφή αντιμετωπίστηκε με δικαιολογημένο σκεπτικισμό από μέρος του κόσμου της Ένωσης εξαιτίας του Κόκκινου παρελθόντος και της κάθετα πτωτικής πορείας του ποδοσφαιριστή τα τελευταία χρόνια, με τον φιλικό προς τον τότε προπονητή Τύπο και κόσμο να κάνει την τετριμμένη πια αντιστοίχηση με άλλους πρώην ποδοσφαιριστές του ΟΣΦΠ που έκαναν τελικά καριέρα στην ΑΕΚ.
Υπέγραψε ένα αρκετά καλό για τα δεδομένα της εποχής συμβόλαιο και συνέθεσε ένα δίδυμο …τρόμου στο δεξί άκρο της άμυνας μαζί με τον επίσης νέο στην ομάδα Ανέστη Αργυρίου. Στο πίσω μέρος της φανέλας του έγραφε απλά ‘’πάτσα’’… Τελικά ως συνήθως έπαιξε πάλι ο Γεωργέας. Στα ματς που αγωνίστηκε παρουσίασε κυριολεκτικά οικτρή εικόνα στον αγωνιστικό χώρο και δικαιολόγησε απόλυτα αλλά και αναμενόμενα με την απόδοση του τους …γκρινιάρηδες. Η παρουσία του στο δεξί άκρο της άμυνας χαρακτηρίστηκε κυρίως από την τραγική του φυσική κατάσταση και την παντελή του ανεπάρκεια να ανταποκριθεί έστω στα αμυντικά του καθήκοντα. Έχοντας στο ενεργητικό του μια ευρεία γκάμα λαθών και με κορύφωση της αγωνιστικής του αθλιότητας τα ματς με Άντερλεχτ και Καβάλα αποχώρησε από την ΑΕΚ εσπευσμένα το χειμώνα μετά από μόλις 6 μήνες θητείας του στην ομάδα.
Σε αυτούς τους 6 μήνες παρουσίας του στην ΑΕΚ κατέγραψε συνολικά 10 συμμετοχές σε επίσημα ματς. Δεν πέτυχε κάποιο τέρμα.
Αξίζει να αναφερθεί κάπου εδώ ότι παρά το Ολυμπιακό παρελθόν του ο συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής είναι γενικά συμπαθής ως φυσιογνωμία στο φίλαθλο κοινό τόσο εξαιτίας του σοβαρού τραυματισμού που αντιμετώπισε όσο και εξαιτίας του γεγονότος ότι ποτέ δεν παρουσίασε μέσα κι έξω από το γήπεδο αλαζονική συμπεριφορά όπως η πλειοψηφία των ανθρώπων που προέρχονταν από τον Ολυμπιακό της συγκεκριμένης περιόδου. Αποτέλεσε μέλος μιας γενιάς ποδοσφαιριστών που γεύτηκε χωρίς κόπο τους καρπούς της αθλιότερης εποχής του ελληνικού αθλητισμού και το γεγονός ότι τουλάχιστον δεν προκάλεσε ποτέ είναι σίγουρα προς τιμήν του.
Η πορεία της καριέρας του μετά την ΑΕΚ συνέχισε να είναι καθοδική. Συνέχισε αρχικά στον ΠΑΣ Γιάννενα (2011/2013). Από το καλοκαίρι του 2013 αγωνίζεται στη Β’ Εθνική με τον Ηρακλή Ψαχνών.